Του Ευτύχη Μπιτσάκη
Οι κινήσεις βοήθειας προς τα θύματα της κρίσης είναι μορφή αντίστασης εναντίον της σημερινής βαρβαρότητας
Η σημερινή κρίση θα ήταν δυνατόν να ξεπεραστεί χωρίς την καταστροφή της χώρας μας, αν οι αίτιοι δεν ήταν εντολοδόχοι της εγχώριας ολιγαρχίας και των ξένων τοκογλύφων. Όμως η κρίση εντείνεται, βαθαίνει, πλήττει πλέον το σύνολο σχεδόν του ελληνικού λαού. Αν δεν ανακοπεί με την παρέμβαση του λαϊκού παράγοντα και των κομμάτων της Αριστεράς, θα πάρει τη μορφή ανθρωπιστικής καταστροφής. Τρεις χιλιάδες αυτοκτονίες, γεγονός πρωτοφανές για την κοινωνία μας, είναι ήδη η απαρχή μιας εξόντωσης των θυμάτων της πολιτικής των Μνημονίων.
Τι κάνουν λοιπόν οι υπαίτιοι; Παρακολουθούν με την ψυχρή απάθεια του μητραλοία την εξόντωση του ελληνικού λαού. Τα συνδικάτα, βυθισμένα στην παρακμή, ελάχιστα μπορούν να συνεισφέρουν. Οι δήμοι, καταχρεωμένοι και συχνά αιχμάλωτοι των κομμάτων των Μνημονίων, είναι ανίκανοι να πρωτοστατήσουν στην οργάνωση ενός κινήματος σωτηρίας.
Τι μένει λοιπόν. Μένει ο λαϊκός παράγων, ο μόνος ο οποίος μπορεί να πρωτοστατήσει σε ένα μέτωπο ανατροπής και σωτηρίας του ελληνικού λαού. Αλλά, από ορισμένες πλευρές διατυπώθηκε η αντίρρηση ότι η δημιουργία κινήσεων βοήθειας προς τους ανέργους και τους πεινασμένους είναι μορφή παθητικής ελεημοσύνης και ότι το έργο βοήθειας πρέπει να το αναλάβουν το κράτος, τα συνδικάτα και οι δήμοι. Αλλά πρώτον: Ας μην ελπίζουμε σε κάποια αποτελεσματική παρέμβαση. Και δεύτερον: Αν υπάρξει κάτι τέτοιο, πόσος καιρός θα χρειαστεί; Και τι γίνεται στο μεταξύ με αυτούς που πεινούν;
Ανθρωποι πεινούν, πεθαίνουν, αυτοκτονούν. Οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι απρόσωπες μονάδες. Ζουν δίπλα μας. Η ανάγκη βοήθειας είναι άμεση. Όπως έλεγε ο Αριστοτέλης, ο γιατρός δεν γιατρεύει τον άνθρωπο γενικά, αλλά τον συγκεκριμένο άνθρωπο: τον Σωκράτη ή τον Καλλία. Ας αφήσουν λοιπόν ορισμένοι τις θεωρητικούρες και ας δούμε τι μπορούμε να κάνουμε εδώ και τώρα για τον συγκεκριμένο γείτονα που έχει ανάγκη.
Αλλά θα αντιτείνουν οι «θεωρητικοί» ότι η ελεημοσύνη ταπεινώνει τον άνθρωπο και τον κάνει παθητικό υποκείμενο, ανίκανο να αντιδράσει.
Ας ξεκαθαρίσουμε όμως τις έννοιες. Η ελεημοσύνη είναι μια χειρονομία του πλούσιου προς τον φτωχό. Είναι συνεπώς ταπεινωτική, συμβάλλει στην παθητικότητα του ατόμου και είναι εν τέλει αναποτελεσματική. Αιώνες λειτουργίας της ελεημοσύνης δεν εξαφάνισαν την πείνα, μόνιμο συνοδό των ταξικών κοινωνιών, πάγιο αποτέλεσμα της ταξικής εκμετάλλευσης. Αυτή η μορφή βοήθειας είναι συνεπώς υποκριτική, αναποτελεσματική και ταπεινωτική για τον ελεούμενο, τον οποίο μετατρέπει σε ταπεινωμένο, παθητικό υποκείμενο, και όχι σε ενεργό πολίτη. Υπάρχει όμως και η βοήθεια ενός σχετικά φτωχού προς τον πένητα, τον πεινασμένο. Η μορφή αυτή είναι προφανώς αναποτελεσματική, αλλά δεν είναι καταδικαστέα. Ανταποκρίνεται σε μια δραματική κατάσταση και είναι εκδήλωση ανθρώπινης αλληλεγγύης και ευαισθησίας.
Άλλο λοιπόν ελεημοσύνη και άλλο ανθρώπινη αλληλεγγύη. Πού θεμελιώνεται όμως αυτή η διάκριση; Ο άνθρωπος δεν είναι μόνο «ζώον πολιτικόν», όπως τον όριζε ο Αριστοτέλης και με τη σειρά του ο Μαρξ. Όπως έχουν αποδείξει οι σημερινές επιστήμες του ανθρώπου, ο άνθρωπος είναι γενετικά κοινωνικό ον. Το αίσθημα συνεπώς της αλληλεγγύης είναι έμφυτο στον άνθρωπο και είναι ένα από τα θετικά χαρακτηριστικά του αντιφατικού ανθρώπινου όντος. Οι σημερινές επιστήμες επιβεβαιώνουν και ερμηνεύουν τη ρήση του Αριστοτέλη ότι ο άνθρωπος είναι ικανός για το καλύτερο και για το χειρότερο καθώς και τη μαρξιστική ανθρωπολογία κατά την οποία η ανθρώπινη βαρβαρότητα δεν είναι εγγεγραμμένη στα γονίδιά μας και ότι κατά συνέπειαν δεν υπάρχει ανθρωπολογικό εμπόδιο για μια κοινωνία ελευθερίας και ανθρώπινης αλληλεγγύης.
Τι πρέπει, συνεπώς, και τι μπορούμε να κάνουμε; Ας υπενθυμίσουμε δύο δεδομένα: Τον καιρό του μεγάλου λιμού στη Σοβιετική Ένωση ο Λένιν έριξε το σύνθημα: Όλα για τη σωτηρία του λαού! Να συγκεντρώσουμε στάρι για τους πεινασμένους και ξύλα για να μην παγώσουν οι Σοβιετικοί πολίτες. Ας θυμηθούμε και τα δικά μας: Στην Κατοχή, ένα αντιστασιακό τραγούδι άρχιζε ως εξής: «Το ΕΑΜ μάς έσωσε απ” την πείνα, έφτιαξε ΕΠΟΝ και τον ΕΛΑΣ…». Συσσίτια στις πόλεις, το έφιππο ιππικό του ΕΛΑΣ που έσωσε το σιτάρι του θεσσαλικού κάμπου από τη λεηλασία των ναζί κ.λπ. Συνεπώς: Αγώνας για την επιβίωση, αγώνας για την απελευθέρωση στην Αθήνα, στις πόλεις και στα χωριά. Και σήμερα; Στη χώρα μας δεν έχουμε κατοχή από ξένα στρατεύματα. Τη χώρα μας δεν την ποδοπατεί η ναζιστική μπότα. Αλλά σήμερα έχουμε μια οικονομική και πολιτική μορφή κατοχής, όπου πρωτοστατεί, πάλι, η Γερμανία του κεφαλαίου. Τι κάνουμε λοιπόν; Στο ερώτημα έχουν ήδη απαντήσει οι πολίτες, προλαβαίνοντας την πρωτοβουλία των κομμάτων της Αριστεράς: Σε πολλές συνοικίες της Αθήνας και σε άλλες πόλεις, ακόμα και στην επαρχία, έχουν συγκροτηθεί κινήσεις βοήθειας προς τα θύματα της κρίσης. Αυτή η μορφή ανθρώπινης αλληλεγγύης είναι μορφή αντίστασης εναντίον της σημερινής βαρβαρότητας. Και αυτή η έκφραση αλληλεγγύης δεν ταπεινώνει και δεν παθητικοποιεί τους συνανθρώπους μας. Αντίθετα, τους ανακουφίζει, τους βοηθάει να σταθούν στα πόδια τους και να αγωνιστούν για την ανατροπή της σημερινής καταστροφικής πολιτικής. Αλλά αυτό το κίνημα δεν απαλλάσσει τα συνδικάτα, τους δήμους και το άθλιο κράτος.
Τα κόμματα και οι οργανώσεις της Αριστεράς οφείλουν να πρωτοστατήσουν στο αναπτυσσόμενο κίνημα αλληλεγγύης. Και αν το δούμε στενότερα, να μην αφήσουν την πρωτοβουλία στην Εκκλησία και στη νεοναζιστική πανούκλα.
11/03/2013